Παρασκευή, Μαρτίου 09, 2007

Ένωση












Πήγε στη θάλασσα μόνη. Ήταν τέλη καλοκαιριού, απόγευμα κι η παραλία απομονωμένη. Έβγαλε όλα της τα ρούχα και ξάπλωσε πάνω στα ζεστά βότσαλα. Έκλεισε τα μάτια. Ήθελε να αναπολήσει την αγάπη της. Τον ξαφνικό της, τον απροσδόκητο έρωτα της ζωής της. Θυμήθηκε κάποιους στίχους του Καρυωτάκη, που την είχαν σημαδέψει:

«Έχω κάτι σπασμένα φτερά.
Δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε
το καλοκαίρι αυτό...»


Φαντάστηκε τα χέρια του στα χέρια της, τα χείλη του στα χείλη της, τη ζωή του στη ζωή της. Ονειρεύτηκε το ανέφικτο, το άπιαστο…

Ένοιωσε μια παρουσία και άνοιξε τα μάτια. Ένα θαλασσοπούλι είχε σταθεί δίπλα της και την κοίταζε. Σα να την εξερευνούσε. Έμεινε να την κοιτάζει ώρα πολλή κι εκείνη ήξερε. Ο αγαπημένος της είχε βρει τον ξενιστή, που θα τον έφερνε κοντά της. Ήξερε και γιατί είχε έρθει. Και τα χείλη της σχημάτισαν ασυναίσθητα το «ναι»… Δέχομαι…

Ήταν ο άγγελος κι ο δαίμονάς της. Ήταν η άυλη δίδυμη ψυχή της, που επιτέλους επέστρεφε. Φύσηξε ένα αγεράκι. Η αύρα του πουλιού έπνευσε προς το μέρος της και μπήκε στο κορμί της.

Δεν είχε πια νόημα να μένει στη μοναχική παραλία. Εξάλλου ο ήλιος είχε ήδη γείρει πίσω από το νησάκι. Μπορούσε να γυρίσει σπίτι. Γιατί τώρα τον κουβαλούσε μέσα της. Ήταν ολόκληρη. Για πάντα…

Δεν υπάρχουν σχόλια: